Στην εποχή της κακώς εννοούμενης επικοινωνίας ένα τιτίβισμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θεωρούμε πως είναι αρκετό για να μας απαλλάξει από την αφάνεια της καθημερινότητας.
«Νιώθω μόνος», «Κανείς δεν με ακούει» , «κανείς δεν με καταλαβαίνει», «Δεν έχω άνθρωπο να εμπιστευτώ». Αυτές ίσως να είναι μερικές από τις φράσεις απόγνωσης προηγούμενων δεκαετιών όπου απαιτούσαν την άμεση επαφή και ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης για να εκφραστούν .
Η εποχή άλλαξε και η χρησιμοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προσφέρει την δυνατότητα να επιδράς μαζικά σε όσους ορίζεις ως κοινωνικό σου περιβάλλον ακόμα και αν με κάποιους από αυτούς δεν έχεις βρεθεί, σε άμεση οπτική επαφή στον ίδιο χώρο ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Πλέον δεν χρειάζεται να απευθύνεις συγκεκριμένα σε κάποιον τον λόγο. Με μια διαδικτυακή σου ανάρτηση, μπορείς να μοιραστείς προσωπικές σου στιγμές, σκέψεις και συναισθήματα με όσους έχεις ορίσει ως εικονικούς φίλους σου χωρίς να προσπαθήσεις ιδιαίτερα, χωρίς να νιώσεις αμηχανία ή δυσκολία, την φωνή να κομπιάζει, να κοκκινίζεις να ιδρώνεις κ.α.
Υπό αυτές τις συνθήκες «κοινωνικότητας», όταν πλέον γίνεται τρόπος ζωής η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης οι συμβατικές έννοιες που ορίζουν τον τρόπο δημιουργίας και διατήρησης ενός κοινωνικού δεσμού παύουν να υφίστανται. Θα ανεχτείς κάποιον στην διαδικτυακή καθημερινότητα, ανάλογα με τον βαθμό ανταπόκρισης στις δημοσιεύσεις των κοινωνικών δικτύων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν εύκολα παρεξηγήσεις ή παρερμηνείες των όσων δημοσιεύονται, σε σημείο που πρέπει ανά πάσα στιγμή να είσαι εν δυνάμει υπόλογος για τα όσα δημοσιεύεις. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την έλλειψη άμεσης επικοινωνίας έχει ως αποτέλεσμα την πανεύκολή μεταβολή της ποιότητας και του αριθμού των διαδικτυακών σχέσεων, με το πάτημα ενός και μόνο πλήκτρου.
Οι αρνητικές παρενέργειες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αλλά και της σύγχρονης διαδικτυακής εποχής είναι πιο εύκολα ορατές μέσω των μαζικών επιθέσεων που μπορεί να δεχτεί ένα δημόσιο πρόσωπο από ανθρώπους που μέχρι χτες δεν γνώριζαν ή αδιαφορούσαν περί αυτού που μπαίνουν στον κόπο να σχολιάσουν. Ένα σχετικά πρόσφατο παράδειγμα αυτής της κατηγορίας έχει αποτελέσει ο ανούσιος σάλος που προκάλεσε το τραγούδι του Παντελίδη, το οποίο είχε την λέξη «κατεχόμενα» και ερμηνεύτηκε ως εμπαιγμός στο ζήτημα της κατεχόμενης Κύπρου. Αν κάποιος από απλή περιέργεια έκανε τον κόπο να διαβάσει όλα τα λόγια του τραγουδιού θα κατανοούσε χωρίς αμφιβολία ότι αυτό δεν είχε καμία σχέση με το Κυπριακό ζήτημα. Το ότι κάποιοι υποστήριξαν αυτή την ανοσία ήταν αρκετό και για τον ποιο ανίδεο με το θέμα να αποκτήσει άποψη και να σύρει τα εξ αμάξης στον Παντελίδη μέσω της ψευδαίσθησης της παντοδυναμίας που χαρίζουν οι δημόσιοι μονόλογοι που διεξάγονται πίσω από οθόνες εν είδει διαλόγων.
Στο ίδιο μήκος κύματος με το παράδειγμα Παντελίδη βρέθηκε και το ανώριμο σχόλιο του Λάκη Λαζόπουλου για την αναπηρία του Σόιμπλε. Με αυτόν τον τρόπο μια κοινωνία που στην πλειοψηφία της ωθεί τους ανάπηρους πολίτες στο περιθώριο, προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της ότι σέβεται τους ανθρώπους με κινητική αναπηρία, άσχετα αν τα όσα ανέφερε ο Λάκης Λαζόπουλος την εξέφραζαν σε μεγάλο βαθμό.
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στο ότι ο άνθρωπος του δυτικού κόσμου ωθείται στο χάσιμο της επαφής του με την κοινωνική πραγματικότητα μέσω των υπερτιμημένων μέσων κοινωνικής δικτύωσης . Άραγε θα καταφέρει να βγει από αυτό το αδιέξοδο ή θα αρκεστεί να πιστεύει ότι αυτό επιτάσσει η σύγχρονη εποχή;
Κοινοποιηση